Υεμένη: Το νοσοκομείο Haydan δέχεται πολλούς περισσότερους ασθενείς εξαιτίας των συγκρούσεων και της φτώχειας

Υεμένη: Το νοσοκομείο Haydan δέχεται πολλούς περισσότερους ασθενείς εξαιτίας των συγκρούσεων και της φτώχειας

Όταν η Um Ayman άρχισε να έχει πόνους στο στομάχι της, δεν πίστευε ότι πλησίαζε η ώρα του τοκετού, επειδή δεν ήταν ακόμη στον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης της. Πήγε στο φαρμακείο του χωριού της, στο al-Malahaet. Ήταν η μόνη επιλογή που είχε για να λάβει ιατρικές συμβουλές. «Μου είπαν ότι δεν ήταν η ώρα να γεννήσω, αλλά μετά από λίγο έσπασαν τα νερά».

Agnes Varraine-Leca/MSF

Πέρασε τρεις αγωνιώδεις μέρες στο σπίτι προσπαθώντας να γεννήσει μέχρι η οικογένειά της να μαζέψει τα χρήματα για το πεντάωρο ταξίδι με το αυτοκίνητο μέχρι την πόλη Haydan. Εκεί, το προσωπικό του νοσοκομείου από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα διαπίστωσε ότι το μωρό της ήταν ανάποδα. Τελικά πέθανε κατά τη διάρκεια του τοκετού και η Um Ayman χρειαζόταν επείγουσα χειρουργική επέμβαση.

«Βρισκόμαστε εδώ σε μια έρημο υγειονομικής περίθαλψης», δήλωσε ο David Charo Kahindi, επικεφαλής του προγράμματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Haydan. «Υπάρχουν πολύ λίγες εγκαταστάσεις υγείας και τα πράγματα φαίνεται να χειροτερεύουν. Οι εισαγωγές παιδιών έχουν αυξηθεί κατά 45% και ο αριθμός των τοκετών κατά 30% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Συνολικά βλέπουμε πιο σοβαρά ασθενείς να έρχονται σε εμάς.

Το νοσοκομείο περιθάλπει σχετικά λίγους τραυματίες από τις μάχες: περίπου 15 το μήνα. Το μεγαλύτερο μέρος των δράσεων εστιάζει στις ανάγκες των μητέρων και των παιδιών τους. Η ομάδα βοήθησε σε 176 τοκετούς και δέχτηκε 92 παιδιά στους θαλάμους κατά μέσο όρο ανά μήνα. Τα παιδιά ήταν κυρίως άρρωστα λόγω λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος και διάρροιας, ασθένειες που συχνά σχετίζονται με κακές συνθήκες διαβίωσης. Μόνο το 40% των μητέρων που γέννησαν στο νοσοκομείο μπόρεσαν να έχουν πρόσβαση στην προγεννητική φροντίδα, πράγμα που σημαίνει ότι πολλές επιπλοκές δεν εντοπίζονται έως ότου η μητέρα φτάσει στον τοκετό, όπως ακριβώς συνέβη και με την Um Ayman.

«Στα τέλη του περασμένου έτους ανοίξαμε χειρουργική αίθουσα στο νοσοκομείο, ώστε να μην χρειαστεί να παραπέμπουμε τους ανθρώπους στην πόλη Sa’ada», εξήγησε ο Kahindi. «Οι άνθρωποι εδώ πρέπει ήδη να ταξιδέψουν πολλές ώρες για να φτάσουν στο Haydan, οπότε τώρα είναι καλύτερο να προσφέρουμε φροντίδα σε γυναίκες που χρειάζονται καισαρική τομή ή σε ανθρώπους που χρειάζονται άλλους τύπους γενικών χειρουργείων χωρίς να χρειάζεται να ταξιδέψουν ακόμη περισσότερο».

Τα ταξίδια έχουν γίνει πιο δύσκολα τα τελευταία χρόνια καθώς η τιμή των καυσίμων έχει αυξηθεί και ο πληθωρισμός έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων. «Ζούμε στο Lower Duweib και χρειάζονται έξι ώρες για να φτάσουμε εδώ στον Haydan», δήλωσε ο 33χρονος Hamid Ali, ο οποίος είχε συνοδεύσει τον θείο του στο νοσοκομείο αφού έσπασε το πόδι του σε αυτοκινητιστικό ατύχημα. «Έχουμε ζώα», λέει ο Ali, «και ακούμε τις μάχες κάθε μέρα. Μερικές φορές οι βομβαρδισμοί χτυπούν το χωριό μας, αλλά κάνουμε το καλύτερο δυνατό για να ζήσουμε μια συνηθισμένη ζωή.»

Η σύγκρουση όχι μόνο δημιουργεί ανάγκες μεταξύ των ανθρώπων που ζουν στην περιοχή, αλλά καθιστά επίσης πιο περίπλοκη την ανταπόκριση των ανθρωπιστικών οργανώσεων. Οι διαφορετικές αρχές στην Υεμένη ρυθμίζουν το έργο και τις κινήσεις των ανθρωπιστικών οργανώσεων σε κάποιο βαθμό. Η απόκτηση άδειας για εργασία σε περιοχές κοντά στην πρώτη γραμμή, όπως στο Haydan, είναι συχνά ιδιαίτερα δύσκολη λόγω της ευαισθησίας αυτών των περιοχών και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι η μόνη ανθρωπιστική οργάνωση με μόνιμη παρουσία στην περιοχή. «Βλέπουμε ότι υπάρχουν τεράστιες ανάγκες εδώ, και ενώ έχουμε ήδη ξεκινήσει νέες υπηρεσίες και επεκτείνουμε το νοσοκομείο περαιτέρω, δεν μπορούμε να καλύψουμε όλες τις ανάγκες μόνοι μας», δήλωσε ο Kahindi. «Προκειμένου να καλύψουμε τις υπάρχουσες ανάγκες και να αποτρέψουμε την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης, χρειαζόμαστε και άλλους οργανισμούς να δεσμευτούν να παρέχουν υπηρεσίες εδώ – και για να διευκολύνουν οι αρχές την πρόσβασή τους.»

 Η Um Ayman άρχισε να ξεπερνά το τραύμα της εμπειρίας της και ετοιμαζόταν να επιστρέψει στο χειρουργείο, παρά τον φόβο που ένιωθε. «Φοβάμαι», είπε, «Δεν θέλω να πεθάνω χωρίς να δω ξανά τα παιδιά μου». Αυτή η σχετικά φυσιολογική επιπλοκή είχε γίνει μια δοκιμασία που παραλίγο να τη σκοτώσει και την άφησε τραυματισμένη.

 «Χωρίς καλύτερη πρόσβαση για ανθρωπιστικές οργανώσεις στην περιοχή, περισσότεροι άνθρωποι όπως η Um Ayman θα υποφέρουν – και μερικοί ακόμη και θα πεθάνουν – από ιατρικά θέματα που μπορούν να προληφθούν και να θεραπευτούν», δήλωσε ο Kahindi. «Αυτό δεν μπορεί να επιτραπεί να συμβεί.»

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Νιγηρία: Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ξαναχτίζουν το παιδιατρικό νοσοκομείο στο Maiduguri

Νιγηρία: Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ξαναχτίζουν το παιδιατρικό νοσοκομείο στο Maiduguri

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έφτιαξαν νέες μόνιμες εγκαταστάσεις στο παιδιατρικό νοσοκομείο Gwange στο Maiduguri, στη βορειοανατολική Νιγηρία.

Stefan Pejovic-MSF

Το παιδιατρικό νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ξεκίνησε τη λειτουργία του για να καλύψει την έλλειψη παιδιατρικών υπηρεσιών στην πόλη. Η περιοχή Gwange είναι μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του Maiduguri, που φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό εσωτερικά εκτοπισμένων με εξαιρετικά χαμηλή παρουσία ανθρωπιστικών φορέων.

«Η τοποθεσία του παιδιατρικού νοσοκομείου Gwange βρίσκεται σε μια από τις φτωχότερες και τις λιγότερο προνομιούχες γειτονιές στο Maiduguri», λέει ο Daniel Teajedor, μηχανικός και υπεύθυνος κατασκευών των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Οι βελτιωμένες εγκαταστάσεις ελπίζουμε ότι θα υποστηρίξουν περαιτέρω τις κοινότητες της περιοχής».

Το νοσοκομείο παρέχει φροντίδα σε παιδιά ηλικίας από ενός μηνός έως και 15 ετών και είναι η μόνη δωρεάν παιδιατρική δομή που είναι διαθέσιμη στο Maiduguri, με χωρητικότητα 80 κλινών. Εάν χρειαστεί η χωρητικότητα του νοσοκομείου μπορεί να επεκταθεί σε 200 κρεβάτια χρησιμοποιώντας σκηνές κατά τις περιόδους έξαρσης της ελονοσίας ή για να ανταποκριθεί σε μία επιδημία ιλαράς.

«Το νέο νοσοκομείο προσφέρει καλύτερη υποδομή, περισσότερη άνεση και μπορεί να μετατραπεί σε δομή με δυναμικότητα τρεις φορές παραπάνω κατά τη διάρκεια της μέγιστης έξαρσης της ελονοσίας», λέει ο Teajedor.

Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα αναγκάστηκαν να ολοκληρώσουν το νέο νοσοκομείο σε δύο φάσεις μέσα σε 12 μήνες λόγω της πανδημίας COVID-19. Το νέο κτίριο βρίσκεται μέσα στο κέντρο υγειονομικής περίθαλψης του Υπουργείου Υγείας.

Το 2020, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιέθαλψαν 22.648 παιδιά που χρειάστηκαν επείγουσα φροντίδα στο παιδιατρικό νοσοκομείο Gwange, συμπεριλαμβανομένων 11.106 που εισήχθησαν στην αίθουσα εσωτερικών ασθενών. Συνολικά, 10.356 παιδιά υποβλήθηκαν σε θεραπεία για ελονοσία και 268 για ιλαρά. Από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2021, οι ομάδες μας στο Παιδιατρικό Νοσοκομείο Gwange έχουν περιθάλψει 10.717 ασθενείς, συμπεριλαμβανομένων 6.090 που εισήχθησαν στην αίθουσα εσωτερικών ασθενών.

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Αιθιοπία: Ζητάμε να ερευνηθεί η δολοφονία των μελών του προσωπικού μας

Αιθιοπία: Ζητάμε να ερευνηθεί η δολοφονία των μελών του προσωπικού μας

Επιμένουμε οι ομάδες βοήθειας πρέπει να μπορούν να εργάζονται με ασφάλεια.

Igor Barbero/MSF

Μετά τη βάναυση δολοφονία τριών μελών του προσωπικού τους στην περιοχή της Αιθιοπίας Τιγκράι στις 24 Ιουνίου, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ζητούν άμεση έρευνα για τις δολοφονίες και επιμένουν ότι οι εργαζόμενοι στην ανθρωπιστική δράση πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν τη δουλειά τους με ασφάλεια.

Μετά τις δολοφονίες, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ανακοίνωσαν την αναστολή των δραστηριοτήτων τους στο Abi Adi, Adigrat και Axum, στο κεντρικό και ανατολικό Τιγκράι. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σε άλλες περιοχές του Τιγκράι θα συνεχίσουν με προσοχή να παρέχουν βοήθεια σε ανθρώπους που βρίσκονται σε επείγουσα ανάγκη.

«Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά τη δολοφονία των συναδέλφων μας, κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη και οι συνθήκες γύρω από τον θάνατό τους παραμένουν αδιευκρίνιστες», λέει η διευθύντρια αποστολών των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Teresa Sancristoval. «Γι’ αυτό ζητάμε άμεση έρευνα από τα εμπλεκόμενα μέρη για να εξακριβωθούν οι συνθήκες που οδήγησαν στον θάνατό των συναδέλφων μας, να έχουμε μια λεπτομερή περιγραφή του τι συνέβη και ποιος ευθύνεται. Σε αυτήν την τρομερή στιγμή, έχουμε λάβει την εξαιρετικά οδυνηρή αλλά απαραίτητη απόφαση να αναστείλουμε τις δραστηριότητές μας σε αρκετές περιοχές του Τιγκράι».

Τα τρία μέλη της ομάδας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα που σκοτώθηκαν φορούσαν ρούχα με τα διακριτικά των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και ταξίδευαν με ένα όχημα της οργάνωσης το οποίο έφερε και αυτό διακριτικά. Εργάζονταν στην περιοχή από τον Φεβρουάριο του 2021, με αποκλειστικά ιατρικές και ανθρωπιστικές δραστηριότητες, σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και σε διάλογο και συμφωνία με όλες τις πλευρές.

«Η δολοφονία των συναδέλφων μας – María, Tedros και Yohannes – είναι ένα τραγικό παράδειγμα της πλήρους απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής που οι ομάδες μας έχουν παρακολουθήσει σε αυτή τη σύγκρουση», λέει η Sancristoval. «Τα επίπεδα βίας εναντίον των αμάχων και οι φρικαλεότητες που διαπράττονται στο Τιγκράι είναι απολύτως συγκλονιστικά».

Από τότε που ξεκίνησε η σύγκρουση στο Τιγκράι τον Νοέμβριο του 2020, το ιατρικό προσωπικό και οι εργαζόμενοι στην ανθρωπιστική δράση έχουν γίνει στόχος, ενώ οι δομές υγείας και τα ασθενοφόρα έχουν λεηλατηθεί, καταστραφεί ή χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικούς σκοπούς. Το προσωπικό των Γιατρών Χωρίς Σύνορα έχει απειληθεί, έχει δεχθεί βία, και έχει γίνει μάρτυρας ένοπλων εισβολών σε δομές υγείας που υποστηρίζονται από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Οι οργανώσεις βοήθειας, συμπεριλαμβανομένων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, έχουν υπονομευθεί επανειλημμένα από δημόσιες δηλώσεις που προκαλούν αδικαιολόγητη καχυποψία για τις δραστηριότητές τους, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την ασφάλεια των ομάδων τους στο πεδίο.

Εάν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα και άλλες οργανώσεις συνεχίσουν να εργάζονται στο Τιγκράι και στην υπόλοιπη Αιθιοπία, όλες οι αντιμαχόμενες πλευρές πρέπει να παρέχουν διαβεβαιώσεις ότι η δουλειά μας θα μπορεί να γίνεται με ασφάλεια, λέει η Sancristoval.

«Τα αντιμαχόμενα μέρη πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη να διασφαλίσουν ότι ένα γεγονός, όπως η δολοφονία των συναδέλφων μας δεν θα ξανασυμβεί», λέει. «Είναι ζωτικής σημασίας οι εργαζόμενοι και το ιατρικό προσωπικό να μπορούν να ασκούν με ασφάλεια τις δραστηριότητές τους σε ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης όπου διευκολύνεται το έργο τους. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν βοήθεια, ανεξάρτητα και αμερόληπτα, ανάλογα με τις ανάγκες των ανθρώπων».

Η αναστολή των δράσεων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Abi Adi, το Adigrat και το Axum θα έχει σημαντικές ιατρικές και ανθρωπιστικές συνέπειες για τον πληθυσμό του κεντρικού Τιγκράι. Τους τελευταίους έξι μήνες, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σε αυτές τις τρεις περιοχές παρείχαν επείγουσα ιατρική περίθαλψη σε 9.440 άτομα, πραγματοποίησαν 763 χειρουργικές επεμβάσεις, δέχτηκαν περισσότερα από 3.000 άτομα για νοσηλεία, βοήθησαν περισσότερες από 3.300 γυναίκες να γεννήσουν, πραγματοποίησαν 365 καισαρικές τομές έκτακτης ανάγκης, παρείχαν ιατρική περίθαλψη για 335 επιζώντες σεξουαλικής βίας και παρείχαν υποστήριξη ψυχικής υγείας σε 1.444 άτομα. Πριν από την αναστολή των δράσεων τους, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα δώρισαν ιατρικό εξοπλισμό στο Περιφερειακό Γραφείο Υγείας και σε νοσοκομεία, τα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον υψηλό αριθμό ασθενών που χρειάζονται φροντίδα.

«Η απόφαση να αναστείλουμε τις δράσεις μας θα αφήσει ένα κενό στη ζωτική βοήθεια», λέει η Sancristoval. «Γνωρίζουμε ότι αμέτρητοι ασθενείς θα μείνουν χωρίς παρακολούθηση και μερικοί από αυτούς θα πεθάνουν. Γνωρίζουμε ότι η επιβάρυνση σε ό,τι έχει απομείνει από το σύστημα υγείας θα είναι καταστροφική. Πρέπει να επιτραπεί στις ομάδες μας να παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια για να ανταποκριθούν με ασφάλεια στις ανάγκες των κοινοτήτων που πλήττονται από την κρίση.» 

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Επίσκεψη της Πρέσβη της Αυστρίας στο Υπνωτήριο

Metadrasi - METAdrasi Ambassador of Austria

Ευχαριστούμε θερμά την Πρέσβη της Αυστρίας στην Αθήνα, κυρία Hermine Poppeller, για την πρωτοβουλία της να επισκεφθεί το Υπνωτήριο της ΜΕΤΑδρασης για τα Άστεγα Παιδιά και το ενδιαφέρον της για τη συγκεκριμένη ομάδα, αλλά και γενικότερα για τα προβλήματα ένταξης των παιδιών αυτών στην ελληνική κοινωνία.

Η Πρέσβης μαζί με τον Attaché, κύριο Richard Dullnigg, ξεναγήθηκαν σε όλους τους χώρους του Υπνωτηρίου και ενδιαφέρθηκαν να μάθουν για τη δημιουργία του. Η ομάδα της ΜΕΤΑδρασης μοιράστηκε μαζί τους τις εμπειρίες της από τη σκληρή προσπάθεια για τη δημιουργία και τη λειτουργία αυτού του καινοτόμου εγχειρήματος που καλύπτει ένα ουσιαστικό και μακροχρόνιο κενό.

Ευχαριστούμε την Πρέσβη για τα καλά της λόγια και για το κουράγιο που μας έδωσε να συνεχίσουμε το έργο μας.

Click And Donate ΜΕΤΑδραση

Η επιστροφή δεν είναι λύση, λένε οι πρόσφυγες στο Dadaab μετά την ανακοίνωση για το κλείσιμο του καταυλισμού

Η επιστροφή δεν είναι λύση, λένε οι πρόσφυγες στο Dadaab μετά την ανακοίνωση για το κλείσιμο του καταυλισμού

H αναγκαστική επιστροφή των ανθρώπων στις πατρίδες τους θα οδηγήσει σε μια πολύ χειρότερη ανθρωπιστική κρίση.

Paul Odongo/MSF

Το κλείσιμο των προσφυγικών καταυλισμών του Dadaab και η αναγκαστική επιστροφή των ανθρώπων στις πατρίδες τους θα οδηγήσει σε μια πολύ χειρότερη ανθρωπιστική κρίση, λένε ορισμένοι πρόσφυγες που ζουν σήμερα στους καταυλισμούς, ειδικά εκείνοι που είχαν στο παρελθόν επιστρέψει στη Σομαλία αλλά γύρισαν πάλι στους καταυλισμούς λόγω της έντονης βίας και των περιορισμένων βασικών υπηρεσιών στη χώρα.

Πάνω από 200.000 πρόσφυγες ζουν αυτή τη στιγμή στους προσφυγικούς καταυλισμούς του Dadaab, έχοντας φτάσει στην Κένυα τα τελευταία 30 χρόνια. Με τις αρχές της Κένυας και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να ανακοινώνουν πρόσφατα το κλείσιμο των καταυλισμών τον Ιούνιο του 2022, πολλοί αισθάνονται φόβο και αβεβαιότητα για το τι θα ακολουθήσει. Αλλά είναι σίγουροι για ένα πράγμα: δεν θέλουν να επιστρέψουν στη Σομαλία, την πατρίδα της πλειονότητας των προσφύγων στο Dadaab.

 «Θα πήγαινα οπουδήποτε αλλού με πήγαιναν, εκτός από τη Σομαλία», λέει η 33χρονη Halima*, η οποία έφυγε από τη χώρα το 2008. Τώρα ζει στο Dagahaley – έναν από τους τρεις καταυλισμούς στο Dadaab – αλλά μερικά χρόνια πριν αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Σομαλία όταν έμαθε ότι ο σύζυγός της, ο οποίος είχε επιστρέψει για να προετοιμάσει την επιστροφή τους στη Σομαλία, είχε απαχθεί.

Αλλά μόλις είχε φτάσει στη Σομαλία όταν και αυτή απήχθη μαζί με τα πέντε παιδιά της. «Με βασάνισαν και με βίασαν, μαζί με τη 12χρονη κόρη μου», λέει. «Μας απελευθέρωσαν μετά από ένα μήνα όταν η υγεία μας επιδεινώθηκε και καταφέραμε να δραπετεύσουμε και να επιστρέψουμε στο Dadaab».

Όταν έμαθε από το ραδιόφωνο για την απόφαση να κλείσει το Dadaab, «ράγισε η καρδιά μου» λέει η Halima «Φοβάμαι για τη ζωή των παιδιών μου».

Για τον 64χρονο Ahmed, ο οποίος είχε επίσης επιστρέψει στη Σομαλία μέσω του προγράμματος εθελοντικού επαναπατρισμού της Ύπατης Αρμοστείας το 2018, η ζωή στη Σομαλία ήταν μακριά από αυτό που περίμενε. «Ήλπιζα για μια βελτιωμένη χώρα με καλύτερη ασφάλεια και υπηρεσίες», λέει, τώρα που ζει στις παρυφές του καταυλισμού Dagahaley, αφού επέστρεψε μόλις δύο μήνες αργότερα.

«Ανησυχώ για το τι θα συμβεί εάν ο καταυλισμός κλείσει», λέει ο Ahmed. «Ενώ η ζωή μας εδώ είναι δύσκολη, είναι σίγουρα καλύτερη από τη Σομαλία».

Άλλοι που έχουν γεννηθεί στον καταυλισμό ή έχουν ζήσει σχεδόν όλη τους τη ζωή εκεί διερωτώνται σε τι πρόκειται πραγματικά να επιστρέψουν. «Δεν γνωρίζω τίποτα για τη Σομαλία», λέει ο 20χρονος Idilo Boro Amiin, ο οποίος γεννήθηκε στον καταυλισμό. «Όλη μου τη ζωή, έχω γνωρίσει μόνο το Dagahaley» Ο Idilo έχει τρία παιδιά που γεννήθηκαν επίσης στον καταυλισμό.

Ανησυχία για  την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη

Πέρα από την ασφάλεια, πολλοί πρόσφυγες ανησυχούν για το πώς θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της υγειονομικής περίθαλψης, όταν κλείσουν οι καταυλισμοί.

«Η μεγαλύτερη ανησυχία μου είναι πώς θα παίρνω ινσουλίνη για την κόρη μου», λέει η Isnina Abdullahi. Η κόρη της Idilo πρέπει να κάνει ένεση ινσουλίνης κάθε πρωί και βράδυ από τότε που διαγνώστηκε για πρώτη φορά με διαβήτη τύπου 1 το 2009.

Σήμερα, η Idilo συμμετέχει στο πρόγραμμα που διαχειρίζονται οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα όπου έχει μάθει πώς να μετρά μόνης της το σάκχαρο στο αίμα και να κάνει ένεση ινσουλίνης. Παίρνει την ινσουλίνη της κάθε μήνα από το νοσοκομείο, και μπορεί να την διατηρεί σε φορητό ψυγειάκι.

Περίπου 50 άτομα χρειάζονται συνεχή φροντίδα για τον διαβήτη μόνο στο Dagahaley, έναν καταυλισμό με πάνω από 70.000 ανθρώπους, ενώ άλλοι 300 χρειάζονται τακτική φαρμακευτική αγωγή για χρόνιες ασθένειες όπως HIV / AIDS, φυματίωση, καρκίνο και νευρολογικές διαταραχές. Το προσωπικό των Γιατρών Χωρίς Σύνορα πραγματοποιεί τουλάχιστον 700 σωτήριες χειρουργικές επεμβάσεις κατά μέσο όρο ετησίως στο Dagahaley, μεταξύ των οποίων και καισαρικές.

«Εάν οι καταυλισμοί κλείσουν και δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για να διασφαλιστεί ότι οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, αυτό θα μπορούσε να είναι καταστροφικό», λέει ο Jeroen Matthys, συντονιστής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Dagahaley. «Για όσους επιλέγουν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους αλλά χρειάζονται συνεχή θεραπεία, είναι ζωτικής σημασίας οι λύσεις για να διασφαλιστεί ότι μπορούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν φάρμακα να μελετώνται πολύ νωρίτερα».

Η αναγκαστική επιστροφή θα αφήσει βαθιά ψυχολογικά σημάδια

Εκτός του ότι θέτουν τη ζωή τους σε κίνδυνο και μένουν με ελάχιστη πρόσβαση σε υπηρεσίες, οι πρόσφυγες που αναγκάζονται να επιστρέψουν έχουν βαθιά ψυχολογικά σημάδια που ενδέχεται να έχουν μακροχρόνιο αντίκτυπο για πολλούς από αυτούς.

Από τότε που επέστρεψε η Halima, δέχεται ψυχολογική υποστήριξη για διαταραχή μετατραυματικού στρες στην κλινική ψυχικής υγείας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Dagahaley. Η μεγαλύτερη κόρη της Halima χρειάζεται επίσης τακτική ψυχοκοινωνική συμβουλευτική – παρά το ότι είναι 16 ετών, εξακολουθεί να πηγαίνει στην δευτέρα τάξη όπως η οκτώχρονη αδερφή της.

«Ήταν ένας αγώνας για την κόρη μου», λέει η Halima. «Δεν έχει ανακάμψει ποτέ από το τραύμα που αντιμετώπισε στη Σομαλία, και αυτό επηρέασε την καθημερινή της ζωή, ακόμη και την απόδοσή της στο σχολείο».

Τι θα γίνει με το κλείσιμο των καταυλισμών;

Τον Απρίλιο, η Ύπατη Αρμοστεία παρουσίασε έναν χάρτη για το κλείσιμο των καταυλισμών, αλλά το τελικό σχέδιο αναμένεται αργότερα μέσα στη χρονιά. Αυτό αφήνει στους πρόσφυγες λίγο χρόνο για να προετοιμαστούν για το τι θα ακολουθήσει. Ό, τι κι αν συμβεί, λένε οι πρόσφυγες, προς το παρόν, έχουν μόνο δύο επιλογές: επανεγκατάσταση σε τρίτη χώρα ή παραμονή στην Κένυα.

Ο Hawa, 35 ετών, ο οποίος τραυματίστηκε ψυχικά εξαιτίας της απαγωγής και των βασανιστηρίων του αδελφού του από ένοπλες ομάδες στη Σομαλία, αρνείται να κοιμηθεί τη νύχτα. «Είμαι χαρούμενος που επανεγκαταστάθηκα, αλλά αν αποτύχουν όλα τα άλλα, θα προτιμούσα να ενταχθώ στην τοπική κοινότητα παρά να γυρίσω στη Σομαλία.»

«Αυτό που βλέπουμε είναι ότι η επιστροφή δεν αποτελεί βιώσιμη λύση για πολλούς, έως ότου καθοριστούν ειρηνικές συνθήκες στις χώρες προέλευσης», λέει o Dana Krause, επικεφαλής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Κένυα. «Πολλοί πρόσφυγες που επιστρέφουν μας λένε ότι η ανασφάλεια εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη στη Σομαλία. Έτσι, αντί να σπεύσουμε να κλείσουμε τους καταυλισμούς, αυτό που χρειάζεται είναι ουσιαστικές διαβουλεύσεις με πρόσφυγες και κοινότητες υποδοχής, ώστε να μπορούμε να τους υποστηρίξουμε για πρόσβαση σε βιώσιμες και αξιοπρεπείς λύσεις.»

Ο Mohamed Noor Mohamed, 58 ετών, ηγέτης της κοινότητας υποδοχής στο Dadaab, λέει ότι οι πρόσφυγες και οι τοπικές κοινότητες έχουν οικοδομήσει στενούς δεσμούς με την πάροδο των ετών μέσα από γάμους και συνεργασίες. Λέει ότι οι κοινότητες υποδοχής δεν είναι ικανοποιημένες με το σχέδιο να κλείσουν τον καταυλισμό. «Εάν φύγουν οι πρόσφυγες, θα πρέπει επίσης να φύγουμε γιατί δεν μπορούμε να επιβιώσουμε εδώ χωρίς πρόσβαση στο νερό και στις άλλες υπηρεσίες που έχουμε τώρα».

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Κεντρική Μεσόγειος: Oι τρομακτικές τραγωδίες συνεχίζονται και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι αποφασισμένοι να επιστρέψουν στη θάλασσα για να σώσουν ζωές μετά την κράτηση του Geo Barents στην Ιταλία

Κεντρική Μεσόγειος: Oι τρομακτικές τραγωδίες συνεχίζονται και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι αποφασισμένοι να επιστρέψουν στη θάλασσα για να σώσουν ζωές μετά την κράτηση του Geo Barents στην Ιταλία

Εκατοντάδες ζωές χάνονται στην Κεντρική Μεσόγειο την ώρα που μπλοκάρονται σκάφη ανθρωπιστικών οργανώσεων, προειδοποιούν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, καθώς το Geo Barents γίνεται το τελευταίο πλοίο που ακινητοποιείται από τις ιταλικές λιμενικές αρχές.

Pablo Garrigos/MSF

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν τις ιταλικές αρχές να διευκολύνουν άμεσα την απελευθέρωση του πλοίου έρευνας και διάσωσης, ώστε να επιτρέψουν την επιστροφή του στη θάλασσα το συντομότερο δυνατό.

Μετά από επιθεώρηση 14 ωρών στο λιμάνι της Αουγκούστα, στη Σικελία, στις 2 Ιουλίου 2021, το πλοίο έρευνας και διάσωσης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Geo Barents, ακινητοποιήθηκε αφού εντοπίστηκαν 22 ελλείψεις, 10 εκ των οποίων φέρεται να δικαιολογούν την κράτηση του πλοίου. Ενώ είμαστε έτοιμοι να κάνουμε όλες τις απαραίτητες προσαρμογές, γνωρίζουμε ότι η επιθεώρηση αποτελεί ευκαιρία για τις αρχές να επιδιώξουν πολιτικούς στόχους με το πρόσχημα των διοικητικών διαδικασιών. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ξεκίνησαν με το Geo Barents τον Μάιο, πλήρως εξοπλισμένοι και πιστοποιημένοι για να πραγματοποιήσουν δράσεις έρευνας και διάσωσης, τηρώντας τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς που έχουν θεσπιστεί από τις αρμόδιες ναυτιλιακές αρχές.

Οι ομάδες το διάστημα 10-12 Ιουνίου, διέσωσαν 410 ανθρώπους που όλοι έφεραν σημάδια υπερβολικής εξάντλησης και διάφορες ευαλωτότητες. Μεταξύ αυτών ήταν 16 γυναίκες, εκ των οποίων έξι ταξίδευαν μόνες και μία ήταν έγκυος, καθώς και 101 ασυνόδευτα παιδιά. Οι περισσότεροι διασωθέντες προέρχονταν από χώρες σε πόλεμο, όπως η Συρία, η Αιθιοπία, η Ερυθραία, το Σουδάν και το Μάλι.

Η κράτηση του Geo Barents είναι ακόμη μια απόδειξη διοικητικής παρενόχλησης από τις ιταλικές αρχές και των μέτρων τιμωρίας που ελήφθησαν για τον αποκλεισμό των ανθρωπιστικών επιχειρήσεων στη θάλασσα. Από το 2019 έως σήμερα, οι ιταλικές αρχές διενήργησαν 16 ελέγχους σε διασωστικά σκάφη ανθρωπιστικών οργανώσεων, οδηγώντας σε διοικητική κράτηση 13 περιπτώσεις. Αυτό ισοδυναμεί με συνολικά 1.078 ημέρες όπου πλοία έχουν αποκλειστεί από τη διάσωση ζωών στη θάλασσα.

«Ενώ οι έλεγχοι αποτελούν νόμιμες διαδικασίες της θάλασσας, που έχουν αναπτυχθεί για να διασφαλίσουν την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, αυτές οι επιθεωρήσεις έχουν οργανωθεί από τις κρατικές αρχές για τη στόχευση πλοίων ανθρωπιστικών οργανώσεων με τρόπο που προκαλεί διακρίσεις. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι υπάρχουν πολιτικά κίνητρο», δηλώνει ο Duccio Staderini, εκπρόσωπος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για τις Επιχειρήσεις Έρευνας και Διάσωσης (SAR). «Οι επιθεωρήσεις σκαφών ανθρωπιστικών οργανώσεων στα λιμάνια της Ιταλίας είναι μακρές και διεξοδικές με στόχο την εύρεση παρατυπιών, προκειμένου να αποτραπεί η επιστροφή του πλοίου στη θάλασσα για να σώσει ζωές. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αμείλικτη πραγματικότητα: ενώ τα σκάφη ανθρωπιστικών οργανώσεων κρατούνται, οι ζωές συνεχίζουν να χάνονται άσκοπα στη Μεσόγειο», προσθέτει ο Staderini.

Εκτός από μια σειρά από δευτερεύουσες παρατυπίες που μπορούν εύκολα να διορθωθούν, οι ιταλικές αρχές αμφισβητούν την καταλληλότητα του πλοίου να διεξάγει συστηματικές δραστηριότητες έρευνας και διάσωσης και ισχυρίζονται ότι το πλοίο είχε επιβιβάσει πάρα πολλά άτομα. Ωστόσο, το διεθνές δίκαιο δεν ορίζει συγκεκριμένα τι ισχύει για ανθρωπιστικά σκάφη διάσωσης. Μια τέτοια δυσάρεστη ερμηνεία της ναυτικής νομοθεσίας παραβλέπει το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις διάσωσης, σύμφωνα με το καθήκον των πλοιάρχων να παρέχουν βοήθεια σε άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα, θεωρούνται καταστάσεις ανωτέρας βίας. Επομένως, ο αριθμός των ατόμων που ταξιδεύουν δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί η συμμόρφωση με άλλες διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα.

Ενώ θρηνούμε τα θύματα του τελευταίου ναυαγίου λίγα μίλια από τις ακτές της Λαμπεντούσα, υπάρχουν αναφορές για ένα άλλο ναυάγιο στα ανοικτά της Τυνησίας, και σώματα γυναικών και παιδιών ξεβράζονται στις ακτές της Λιβύης. Σε μόλις έξι μήνες, από τις αρχές του 2021, τουλάχιστον 721 άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους ή αγνοούνται στην προσπάθειά τους να διασχίσουν τα πιο θανατηφόρα θαλάσσια σύνορα.

Με σκοπό να επιστρέψουν στη θάλασσα το συντομότερο δυνατό, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα θα υποβάλουν ένα σχέδιο δράσης για την ταχεία αποκατάσταση των ελλείψεων που ανέφεραν οι ιταλικές αρχές, ζητώντας παράλληλα την άμεση άρση της εντολής κράτησης του πλοίου σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες. Σε περίπτωση άρνησης, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα θα εξετάσουν το ενδεχόμενο ανάληψης όλων των εναλλακτικών πρωτοβουλιών για να αμφισβητήσουν αυτήν την ανακοίνωση κράτησης.

Το Geo Barents βρίσκεται στη θάλασσα μόνο κια μόνο  λόγω της επαίσχυντης απουσίας κρατικής ικανότητας έρευνας και διάσωσης στα πιο  θανατηφόρα θαλάσσια σύνορα του κόσμου. Τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν στηρίξει την επικίνδυνη ακτοφυλακή της Λιβύης και μπλοκάρουν τις προσπάθειες των ΜΚΟ να καλύψουν το θανατηφόρο κενό που άφησαν τα ευρωπαϊκά κράτη. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα θα λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να επιστρέψουν στη θάλασσα για να σώσουν ζωές το συντομότερο δυνατό.

Τα αιτήματα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα:

  1. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν τις ιταλικές αρχές να διευκολύνουν την απελευθέρωση του πλοίου έρευνας και διάσωσης Geo Barents, σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες.
  2. Τα ευρωπαϊκά κράτη και τα θεσμικά όργανα πρέπει να τερματίσουν τώρα την πολιτική και υλική υποστήριξή τους στην ακτοφυλακή της Λιβύης, για όσο αυτή οδηγεί σε αναχαιτισμούς και αναγκαστικές επιστροφές στη Λιβύη. Τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει επίσης να διερευνήσουν επειγόντως τυχόν ισχυρισμούς περί αναγκαστικών επανοπροωθήσεων ή άλλων παράνομων επιστροφών. Η ακτοφυλακή της Λιβύης που χρηματοδοτείται από την ΕΕ έχει αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις ότι η έλλειψη ικανότητάς να διεξάγουν και να συντονίζουν επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης καθώς και η βίαιη συμπεριφορά θέτουν σε κίνδυνο ζωές και οδηγούν σε θανάτους.

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Βία δίχως τέλος στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

Βία δίχως τέλος στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

Το τελευταίο διάστημα η  βία που επικρατεί στη χώρα πλήττει τους ανθρώπους διαφόρων περιοχών αλλά και τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και τους ασθενείς τους.

Vivien Aristide/MSF

Την Πέμπτη 24 Ιουνίου, δύο οδηγοί μοτοσικλετών που εργάζονταν για τους Γιατροί Χωρίς Σύνορα έπεσαν σε ενέδρα από ένοπλους άνδρες στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ενώ παρέπεμπαν ασθενείς στην πόλη Batangafo.

Μια γυναίκα, επιστάτρια, πέθανε από πυροβολισμό, στον δρόμο για το νοσοκομείο μετά την επίθεση. Τρεις ακόμη άνθρωποι τραυματίστηκαν: ένας οδηγός μοτοσικλέτας που εργαζόταν για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και δύο ασθενείς: μια γυναίκα και το μωρό της. Η κατάσταση των τραυματιών είναι σταθερή στο νοσοκομείο στην Batangafo.

Οι οδηγοί των μοτοσικλετών που έκαναν τις ιατρικές παραπομπές έφεραν ευδιάκριτα διακριτικά της οργάνωσης. Καταδικάζουμε τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά που πλήττουν την ιατρική αποστολή στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και επηρεάζουν σοβαρά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη των ανθρώπων. Αυτή είναι η τρίτη επίθεση τον Ιούνιο που έχει στο επίκεντρο τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και τους ασθενείς μας στην περιοχή.

Κεντροαφρικανική Δημοκρατία: Χιλιάδες ευάλωτοι στο Bambari μετά την πλήρη καταστρoφή του  αυτοσχέδιου καταυλισμού

Περίπου 8.500 άτομα εκδιώχθηκαν από τον αυτοσχέδιο καταυλισμό στο Bambari της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας μετά την αναζοπύρωση των συγκρούσεων στην περιοχή, λέει ο διεθνής ιατρικός οργανισμός Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Αρκετές χιλιάδες άνθρωποι έχουν καταφύγει σε ένα τζαμί στην πόλη Bambari όπου ζουν σε πολύ επισφαλείς συνθήκες. Ο καταυλισμός κάηκε ολοσχερώς και μαζί του καταστράφηκε κι ένα κέντρο υγείας που διαχειρίζονταν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εντός του καταυλισμού.

Ο καταυλισμός Elevage δημιουργήθηκε μετά από τις βίαιες συγκρούσεις που έπληξαν τη χώρα το 2013-14. Βρίσκεται στα περίχωρα του Bambari,  μια από τις κύριες πόλεις της κεντρικής Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας. Άνθρωποι από κυρίως ημι-νομαδικές κοινότητες αναζήτησαν καταφύγιο εδώ για να γλιτώσουν από τις μάχες σε διάφορες περιοχές. Τα επόμενα χρόνια, καθώς οι περίοδοι βίας εναλλάσσονταν με πιο ήρεμες περιόδους, το μέρος άρχισε να μοιάζει με μια μικρή πόλη, με έξι τζαμιά και εκατοντάδες καταστήματα, σκηνές και άλλες εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν από τους 8.500 ανθρώπους που ζούσαν εκεί.

«Μετακόμισα εδώ το 2014», λέει ο Mahmoud, πρώην κάτοικος του καταυλισμού. «Το μέρος δημιουργήθηκε από εκτοπισμένους από τις πόλεις Bria, Kaga-Bandoro, Ippy, Boali, Kabo και Bossangoa, οι οποίοι είχαν φύγει από τα σπίτια τους λόγω των ένοπλων συγκρούσεων».

Σχεδόν τίποτα δεν έχει απομείνει

Σήμερα, σχεδόν τίποτα δεν έχει απομείνει από τον καταυλισμό Elevage. Όλες οι σκηνές καταστράφηκαν από τη φωτιά, καθώς και τα περισσότερα κτίρια – μονοώροφα σπίτια από πηλό ή σκυρόδεμα – συμπεριλαμβανομένου ενός μικρού ιατρικού κέντρου που διαχειρίζονταν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, όπου οι ομάδες μας περιέθαλπαν περισσότερα από 200 παιδιά κάθε εβδομάδα για ελονοσία, τη βασική θανατηφόρα ασθένεια στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, καθώς και για διάρροια, πνευμονία και άλλες ασθένειες.

Μόνο ελάχιστα κτίρια εξακολουθούν να στέκονται όρθια στο κόκκινο χώμα, το οποίο είναι γεμάτο με τούβλα, σπασμένα ξύλα, λιωμένο πλαστικό και εγκαταλελειμμένα αντικείμενα για όσο βλέπει το μάτι. Κανείς δεν μένει στον καταυλισμό, υπάρχει μόνο η σιωπή του κοντινού δάσους.

Δεδομένου ότι οι συγκρούσεις στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία αναζοπυρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2020 εν μέσω της εκλογικής διαδικασίας, η περιοχή Bambari δεν έχει απαλλαγεί από τις εντάσεις που έχουν εξαπλωθεί σε μεγάλα τμήματα της χώρας. Επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης από έναν νέο συνασπισμό ένοπλων ομάδων και επακόλουθα αντίποινα από κυβερνητικές δυνάμεις, κάνουν τις βίαιες συγκρούσεις τακτικά επαναλαμβανόμενες τους τελευταίους μήνες.

Μία από αυτές τις συγκρούσεις πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Παρασκευής 4 Ιουνίου μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και μη κρατικών ένοπλων ομάδων κοντά στον καταυλισμό Elevage. Την επόμενη μέρα, στρατιώτες μπήκαν στον καταυλισμό, σύμφωνα με αναφορές πρώην κατοίκων. Την Κυριακή 6 Ιουνίου, φαινόταν καπνός από την κατεύθυνση του καταυλισμού. «Έφτασαν στις 2 μ.μ. το Σάββατο και μας διέταξαν να εγκαταλείψουμε το μέρος αμέσως», λέει ο Mahmoud. «Πυροβολούσαν στον αέρα, πανικοβάλοντας τους ανθρώπους και αναγκάζοντας τους να φύγουν βιαστικά και να εγκαταλείψουν το μέρος. Οι ντόπιοι από τις γύρω περιοχές εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να λεηλατήσουν όλα όσα είχαμε. Πήραν βίαια τα κατσίκια μας και έκλεψαν τα στρώματά μας. Λίγο αργότερα, όλα κάηκαν».

Η περίοδος των βροχών αυξάνει τους κινδύνους για την υγεία

Οι περισσότεροι από τους πρώην κατοίκους του Elevage έχουν καταφύγει στην πόλη Bambari, μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά, είτε γύρω από το τζαμί είτε στην κοινότητα υποδοχής. Καθώς είμαστε στην περίοδο των βροχών, η έλλειψη κατάλληλου καταφυγίου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών όπως η ελονοσία.

«Καταδικάζουμε την καταστροφή ενός τόπου που φιλοξένησε ευάλωτα άτομα και την καταστροφή ενός σαφώς οριοθετημένου κέντρου υγείας», λέει ο Rhian Gastineau, επικεφαλής αποστολής των Γιατρ Χωρίς Σύνορα στ χώρα. «Ξεριζωμένοι από τα σπίτια τους και χωρίς υγειονομική περίθαλψη, οι εκτοπισμένοι είναι ακόμη πιο ευάλωτοι από ό, τι πριν».

«Οι συνθήκες εδώ γύρω από το τζαμί είναι αξιοθρήνητες», λέει ο Mahmoud. «Κοιμόμαστε στο έδαφος, χωρίς στέγη, στρώμα ή κουνουπιέρα. Δεν υπάρχει φαγητό, τουαλέτα και αρκετό καθαρό νερό».

Αβέβαιο το μέλλον εν μέσω της σύγκρουσης

Η Hamida, η οποία ζούσε με τα 10 παιδιά της στο  Elevage, λέει ότι η αντιμετώπιση των νέων συνθηκών τους είναι πολύ δύσκολη. «Αφού εκδιωχθήκαμε από το Elevage, πήγαμε από το κακό στο χειρότερο. Φοβόμαστε και έχουμε χάσει τα πάντα. Τα παιδιά μου δεν έχουν τίποτα να φάνε. Χωρίς βοήθεια, τα παιδιά μου δεν θα μπορούν πλέον να πηγαίνουν στο σχολείο. Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. “

Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Bambari,  άνοιξαν ένα νέο ιατρείο στο τζαμί για να περιθάλπουν άτομα για ελονοσία και άλλες παθήσεις. Έχουν επίσης δημιουργήσει ένα σημείο συλλογής αποβλήτων και παρέχουν συμβουλές για ιατρικά ζητήματα όπως και υποστήριξη ψυχικής υγείας για να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν τα τραυματικά γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων. Ενώ άλλοι οργανισμοί βοήθειας παρέχουν επίσης υποστήριξη στους εκτοπισμένους – συμπεριλαμβανομένης της παροχής καθαρού νερού στο τζαμί και της διανομής ειδών πρώτης ανάγκης και τροφίμων – πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα.

«Είναι επείγον να χτιστούν περισσότερες τουαλέτες και να έχουν πρόσβαση οι άνθρωποι σε τροφή και πόσιμο νερό», λέει ο Gastineau. «Είναι επίσης ζωτικής σημασίας να υποστηρίξουμε την κοινότητα υποδοχής που τώρα δέχεται πρόσθετη πίεση με τη μαζική άφιξη ανθρώπων. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν υποστεί συνεχή βία εν μέσω της σύγκρουσης. Είναι απαραίτητο να τους προστατεύσουμε και, μακροπρόθεσμα, να βρούμε ένα ασφαλές μέρος για να μείνουν το οποίο θα είναι σεβαστό από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στη συνεχιζόμενη σύγκρουση.

«Είμαστε ζωντανοί, ευχαριστώ τον Θεό», λέει η Hamida. «Ελπίζω απλώς ότι μια μέρα η ασφάλεια και η ειρήνη θα κυριαρχήσουν στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία».

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Γιατροί Χωρίς Σύνορα: Εκφράζουμε τον αποτροπιασμό μας για την άγρια δολοφονία τριών συναδέλφων μας στην Αιθιοπία

Γιατροί Χωρίς Σύνορα: Εκφράζουμε τον αποτροπιασμό μας για την άγρια δολοφονία τριών συναδέλφων μας στην Αιθιοπία

Σήμερα είναι μια μέρα πένθους μετά την επιβεβαίωση του θανάτου τριών συναδέλφων μας που εργάζονταν στο Τιγκράι. Η Maria Hernandez, συντονίστρια του προγράμματος έκτακτης ανάγκης, ο Yohannes Halefom Reda, βοηθός συντονιστή και ο Tedros Gebremariam Gebremichael οδηγός, ταξίδευαν την Πέμπτη το απόγευμα όταν χάσαμε την επαφή μαζί τους. Την επόμενη μέρα το πρωί το όχημα βρέθηκε άδειο και λίγα μέτρα μακριά, τα άψυχα σώματά τους.

MSF

Δεν υπάρχουν λόγια να εκφράσουν τη θλίψη, το σοκ και την οργή μας απέναντι σε αυτήν την τρομερή επίθεση, ούτε λόγια να καταπραΰνουν την απώλεια και τα δεινά των οικογενειών και των αγαπημένων τους προσώπων στους οποίους εκφράζουμε τη βαθιά μας συμπάθεια και συμπαράσταση και τη βαθιά μας λύπη. 

Καταδικάζουμε έντονα αυτήν την επίθεση εναντίον των συναδέλφων μας και θα προβούμε στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να διερευνήσουμε τι συνέβη. Η Μαρία, ο Γιοχάνες και ο Τέντρος βρίσκονταν στο Τιγκράι παρέχοντας βοήθεια σε ανθρώπους και είναι αδιανόητο ότι πλήρωσαν με τη ζωή τους για αυτό. Είμαστε σε στενή επαφή με τις οικογένειές τους και ζητάμε τον απόλυτο σεβασμό και την ιδιωτικότητα σε αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη στιγμή.

Η Maria Hernandez, 35 ετών, από τη Μαδρίτη, ξεκίνησε να εργάζεται στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα το 2015 στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και έκτοτε εργάστηκε στην Υεμένη, το Μεξικό και τη Νιγηρία. Ο Yohannes Halefom Reda, βοηθός συντονιστής, ήταν 31 ετών από την Αιθιοπία και εντάχθηκε στον οργανισμό τον Φεβρουάριο. Ο Tedros Gebremariam Gebremichael, 31 ετών, επίσης από την Αιθιοπία, ήταν οδηγός και εργαζόταν στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα από το Μάιο.

Ο θάνατος της Μαρίας, του Γιοχάνες και του Τέντρος είναι ένα καταστροφικό πλήγμα για όλους εμάς που εργαζόμαστε για την οργάνωση, τόσο στην Αιθιοπία όσο και σε άλλες χώρες όπου δραστηριοποιούνται οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα σε όλο τον κόσμο. Μοιραζόμαστε ένα βαθύ αίσθημα θλίψης, οργής και απογοήτευσης και λυπούμαστε βαθιά για τις οικογένειές τους.

 

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Λιβύη: Η επαναλαμβανόμενη βία κατά των προσφύγων και των μεταναστών στα κέντρα κράτησης της Τρίπολης αναγκάζει τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους

Λιβύη: Η επαναλαμβανόμενη βία κατά των προσφύγων και των μεταναστών στα κέντρα κράτησης της Τρίπολης αναγκάζει τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους

Μετά από επανειλημμένα περιστατικά βίας εναντίον προσφύγων και μεταναστών που κρατούνται σε δύο κέντρα κράτησης στην πόλη της Τρίπολης στη Λιβύη, η διεθνής ιατρική οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα ανακοίνωσε ότι αισθάνεται υποχρεωμένη να αναστείλει τις δραστηριότητές της στα κέντρα κράτησης Mabani και Abu Salim.

Guillaume Binet/Myop

«Δεν πρόκειται για μια εύκολη απόφαση, καθώς σημαίνει ότι δεν θα είμαστε παρόντες σε κέντρα κράτησης όπου γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι υποφέρουν σε καθημερινή βάση», δήλωσε η επικεφαλής αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Λιβύη, Beatrice Lau. «Ωστόσο, τα επίμονα βίαια περιστατικά, οι σοβαρές βλάβες σε πρόσφυγες και μετανάστες, καθώς και ο κίνδυνος για την ασφάλεια του προσωπικού μας, έχει φτάσει σε ένα επίπεδο που δεν μπορούμε πλέον να αποδεχτούμε. Μέχρι να σταματήσει η βία και να βελτιωθούν οι συνθήκες, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα δεν μπορούν πλέον να παρέχουν ανθρωπιστική και ιατρική περίθαλψη σε αυτές τις δομές».

Από τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, τα περιστατικά κακομεταχείρισης, σωματικής κακοποίησης και βίας κατά ατόμων που κρατούνται σε αυτά τα κέντρα κράτησης αυξάνονται σταθερά. Μέσα σε διάστημα μίας εβδομάδας, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα είδαν με τα μάτια τους και έλαβαν αναφορές για τουλάχιστον τρία βίαια συμβάντα που είχαν ως αποτέλεσμα σοβαρή σωματική και ψυχολογική βλάβη.

Κατά τη διάρκεια επίσκεψης στις 17 Ιουνίου στο κέντρο κράτησης Mabani «Συλλογή και Επιστροφή» του Mabani, όπου εκτιμάται ότι τουλάχιστον 2.000 άτομα κρατούνται σε υπερσυνωστισμένα κελιά, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα παρακολούθησαν πράξεις βίας που διαπράχθηκαν από τους φρουρούς, συμπεριλαμβανομένου του αδιάκριτου ξυλοδαρμού ανθρώπων που προσπάθησαν να βγουν από τα κελιά τους για να επισκεφτούν τους γιατρούς μας.

Η ομάδα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα έλαβε αναφορές για αυξημένη ένταση την προηγούμενη νύχτα που κατέληξε σε μαζική βία, αφήνοντας τραυματισμένους τόσο μετανάστες και πρόσφυγες όσο και φρουρούς. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιέθαλψαν 19 τραυματίες από  ξυλοδαρμούς, με κατάγματα, τραύματα, εκδορές και αμβλεία τραύματα. Ένα ασυνόδευτο παιδί, μετά από σοβαρά τραύματα στους αστραγάλους, δεν μπορούσε να περπατήσει. Άλλοι μίλησαν για σωματική και λεκτική κακοποίηση από φρουρούς.

Νωρίτερα την ίδια εβδομάδα, στις 13 Ιουνίου, πυροβολήθηκαν με αυτόματα όπλα άτομα που κρατούνται στο κέντρο κράτησης Abu Salim, σύμφωνα με αναφορές που έλαβαν ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Για επτά ημέρες μετά το περιστατικό, δεν επετράπη η πρόσβαση στο κέντρο κράτησης στις ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα με αποτέλεσμα να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις της έλλειψης ιατρικής φροντίδας σε εκείνους με δυνητικά σοβαρούς τραυματισμούς και  στους ασθενείς σε σοβαρή κατάσταση.

Η αύξηση της βίας από τις αρχές του 2021, συμβαδίζει με την ταυτόχρονη σημαντική αύξηση του αριθμού των προσφύγων, των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο οι οποίοι παρεμποδίστηκαν στη θάλασσα από την ακτοφυλακή της Λιβύης που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, επέστρεψαν βίαια στη Λιβύη και κλείστηκαν σε κέντρα κράτησης. Από τις 19 Ιουνίου, πάνω από 14.000 άτομα είχαν αναχαιτιστεί και επέστρεψαν στη Λιβύη, υπερβαίνοντας τον συνολικό αριθμό αναγκαστικών επιστροφών για ολόκληρο το 2020.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σοβαρό υπερπληθυσμό και επιδείνωση των ήδη απελπιστικών συνθηκών στα κέντρα κράτησης. Τα περισσότερα δεν διαθέτουν αερισμό και φυσικό φως. Μερικά είναι τόσο συνωστισμένα που έως και τέσσερα άτομα μοιράζονται ένα τετραγωνικό μέτρο – και αναγκάζονται να κάνουν να ξαπλώσουν και να κοιμούνται με βάρδιες. Οι άνθρωποι δεν έχουν σταθερή πρόσβαση σε καθαρό νερό και εγκαταστάσεις υγιεινής.

Επιπλέον, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες λαμβάνουν ανεπαρκή τροφή, με μόνο ένα ή δύο μικρά γεύματα την ημέρα, συνήθως ένα μικρό κομμάτι ψωμί με τυρί ή ένα πιάτο μακαρόνια το οποίο πρέπει να το μοιραστούν αρκετοί  μεταξύ τους. Οι γιατροί των Γιατρών Χωρίς Σύνορα παρατήρησαν ότι λόγω της έλλειψης τροφής, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν μερικές φορές τα φάρμακά τους για να διαχειριστούν την πείνα τους. Η έλλειψη επαρκούς θρεπτικής τροφής είχε ως αποτέλεσμα ορισμένες γυναίκες να μην μπορούν να παράγουν μητρικό γάλα για να ταΐσουν τα μωρά τους. Μία γυναίκα είπε στις ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ότι ήταν τόσο απελπισμένη για να ταΐσει το πέντε ημερών βρέφος της που προσπάθησε να του δώσει στερεά τροφή, ώστε να μην λιμοκτονήσει.

Σε τέτοιες απάνθρωπες συνθήκες, οι εντάσεις συχνά οδηγούν σε έκρηξη βίας μεταξύ φρουρών και ατόμων που κρατούνται αυθαίρετα.

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ζητούν τον τερματισμό της βίας και τη βελτίωση των συνθηκών για τους πρόσφυγες και τους μετανάσες που είναι εγκλωβισμένοι στα κέντρα κράτησης Mabani και Abu Salim. Επαναλαμβάνουν επίσης το αίτημά τους για τον τερματισμό της μακροχρόνιας πρακτικής αυθαίρετης κράτησης στη Λιβύη και για την άμεση εκκένωση από τη Λιβύη των προσφύγων, αιτούντων άσυλο και μεταναστών που εκτίθενται σε απειλητικούς για τη ζωή τους κινδύνους – συμπεριλαμβανομένων εκείνων στα κέντρα κράτησης.

«Οι συνάδελφοί μας έχουν δει και ακούσει για ευάλωτους άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που κρατούνται σε απελπιστικές συνθήκες, που υφίστανται περαιτέρω κακοποίηση και απειλητικούς για τη ζωή κινδύνους», δήλωσε η Ellen van der Velden, διευθύντρια αποστολών των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Κανένας άλλος άνθρωπος που παρεμποδίζεται στη θάλασσα από την ακτοφυλακή της Λιβύης που χρηματοδοτείται από την ΕΕ δεν πρέπει να αναγκαστεί να επιστρέψει στη Λιβύη και σε κέντρα κράτησης. Η βία στα κέντρα κράτησης πρέπει να σταματήσει και όλοι εκείνοι που είναι εγκλωβισμένοι σε αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες πρέπει να απελευθερωθούν».

 

Σημείωση

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εργάζονται σε κέντρα κράτησης στη Λιβύη από το 2016, παρέχοντας στους ανθρώπους βασική υγειονομική περίθαλψη και ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα εντοπίζουν επίσης ευάλωτα άτομα και παραπέμπουν ασθενείς που χρειάζονται εξειδικευμένη φροντίδα σε νοσοκομεία σε όλη τη Λιβύη. Στο Zuwara, ένα νέο πρόγραμμα παρέχει ιατρικές, ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες και υπηρεσίες προστασίας σε κοινότητες προσφύγων και μεταναστών. Στο Bani Walid, οι ομάδες μας προσφέρουν γενική ιατρική περίθαλψη και ιατρικές παραπομπές σε πρόσφυγες και μετανάστες που είχαν δραπετεύσει από την αιχμαλωσία και σε θύματα βασανιστηρίων και εμπορίας. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παρέχουν επίσης τεχνική υποστήριξη στο Εθνικό Πρόγραμμα Φυματίωσης της Λιβύης, το οποίο διαχειρίζεται το Εθνικό Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων, και λειτουργεί πρόγραμμα κατά της φυματίωσης στο Misrata.

Στο πρώτο εξάμηνο του 2021, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα που εργάζονταν σε κέντρα κράτησης στην Τρίπολη παρείχαν ιατρική περίθαλψη σε 8.920 ασθενείς, πραγματοποίησαν 9.248 ιατρικές συνεδρίες και οργάνωσαν την παραπομπή 405 ασθενών σε νοσοκομεία σε όλη την πόλη.

Click And Donate –> ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ