Από τον Οκτώβριο, το νοσοκομείο τραυμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη γειτονική πόλη Μόχα έχει περιθάλψει 122 τραυματίες πολέμου, όμως από την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου παρατηρείται μια σαφής αλλαγή, με τη συντριπτική πλειοψηφία των σοβαρά τραυματισμένων ασθενών να είναι γυναίκες και παιδιά.
«Στο κέντρο τραυμάτων μας στο Μόχα περιθάλπουμε όλους όσους χρειάζονται επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις: τραυματίες πολέμου, θύματα τροχαίων και έγκυες γυναίκες που πρέπει να κάνουν επειγόντως καισαρική» λέει ο Ράφαελ Βάιχτ, Επικεφαλής Αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Όταν όμως ξαφνικά όλοι σχεδόν οι άμαχοι που έρχονται έχουν φρικτά τραύματα πολέμου, αυτό δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα. Αυτό που βλέπουμε στο μικρό νοσοκομείο μας είναι σοκαριστικό και εξοργιστικό. Η δολοφονία και ο τραυματισμός αμάχων σε μια σύρραξη δεν συνιστά μόνο σοβαρή παραβίαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. Είναι κάτι πέρα από αυτό. Οι ασθενείς μας περιλαμβάνουν παιδιά, έγκυες γυναίκες, γυναίκες που θηλάζουν και άντρες που εργάζονταν σε ένα εργοστάσιο εμφιάλωσης γάλακτος που χτυπήθηκε από οβίδα. Τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει κάτι τέτοιο.»
Μια γυναίκα που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στις 29 Νοεμβρίου χρειαζόταν διορθωτική χειρουργική επέμβαση, καθώς είχε υποστεί πρόχειρο ακρωτηριασμό και στα δύο ποδιά χαμηλά προκειμένου να σωθεί η ζωή της. Είπε ότι βρισκόταν μαζί με άλλες γυναίκες και παιδιά, στην πλειοψηφία τους συγγενείς της, σε ένα σπίτι όπου γινόταν παζάρι ρούχων στο χωριό της, το Αλ Καζάχ, στο διαμέρισμα Αντ Ντουραΐμι. Δεν ξέρει τι συνέβη ακριβώς, όμως έγινε μια έκρηξη –ο πατέρας της αργότερα της είπε ότι έπεσε μια οβίδα στο σπίτι– και ξύπνησε στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Το σπίτι ήταν φτιαγμένο από καλάμια και φύλλα φοίνικα, οπότε δεν πρόσφερε καμία προστασία. Η γυναίκα απαριθμεί τους συγγενείς της που σκοτώθηκαν στην επίθεση:
«Τέσσερις γυναίκες: η θεία μου, η γυναίκα του αδελφού μου και δύο ξαδέλφες μου.
Πέντε παιδιά: ο γιος του αδελφού μου, δύο ξαδέλφια και δύο παιδιά ξαδέλφων μου».
Από αυτή την επίθεση με οβίδα, το νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Μόχα περιέθαλψε επίσης άλλον έναν ασθενή και σταθεροποίησε ένα βρέφος 11 μηνών που έπρεπε να διακομιστεί επειγόντως με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Άντεν, το οποίο έχει μεγαλύτερες δυνατότητες. Το βρέφος κατέληξε πριν φτάσει στο Άντεν.
Στις 24 Νοεμβρίου, το νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Μόχα δέχτηκε επτά αμάχους που τραυματίστηκαν από βόμβα που εξερράγη στην άκρη του δρόμου ενώ επέστρεφαν από έναν γάμο. Σύμφωνα με πληροφορίες, πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν από την έκρηξη, μεταξύ αυτών και ένα παιδί.
Στις 25 Νοεμβρίου, δύο παιδιά βρήκαν στην άκρη του δρόμου μια οβίδα που δεν είχε εκραγεί, η οποία εξερράγη όταν την πέταξαν μακριά. Τα δύο παιδιά μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα με σοβαρά τραύματα στην κοιλιά και το στήθος.
Στις 3 Δεκεμβρίου, το νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα δέχτηκε έξι ανθρώπους που τραυματίστηκαν όταν το εργοστάσιο εμφιάλωσης γάλακτος στο οποίο εργάζονταν στο Χουντάιντα χτυπήθηκε από οβίδα. Οι ασθενείς λένε ότι τουλάχιστον δέκα συνάδελφοί τους σκοτώθηκαν από την έκρηξη.
Οι εισροές τραυματιών πολέμου στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Μόχα επιβεβαιώνουν ότι τα μέτωπα στο νότιο τμήμα της επαρχίας Χουντάιντα είναι αυτή τη στιγμή από τα πιο ενεργά σε όλη την Υεμένη. Επιπλέον, η κλιμάκωση των συγκρούσεων αναγκάζει εκατοντάδες οικογένειες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για άλλη μια φορά, ενώ η επέκταση των περιοχών που κινδυνεύουν από οβίδες ή άλλες επιθέσεις έχει ως αποτέλεσμα να είναι όλο και πιο περιορισμένη η βασική φροντίδα υγείας και η επισιτιστική βοήθεια, τη στιγμή που είναι περισσότερο απαραίτητες.
«Ανεξάρτητα από το αν είναι στοχευμένες ή τυφλές, οι επιθέσεις αυτές παραβιάζουν κάθε κανόνα του πολέμου» λέει ο Βάιχτ. «Όχι άλλοι άμαχοι. Οι άνθρωποι προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα, προσπαθούν να επιβιώσουν, προσπαθούν να είναι καλές μητέρες και καλοί πατέρες ή αδελφοί και αδελφές. Οι άνθρωποι αυτοί σκοτώνονται και ακρωτηριάζονται, και αυτό πρέπει να σταματήσει.»