Συνέντευξη στην Σταυρούλα Σκαλίδη
Στα εξήντα οκτώ της χρόνια –έχοντας ξεπεράσει προ πολλού την τριακονταετία συνεχούς δράσης– γυρίζει τον πλανήτη, με φορεμένο το μπλε γιλέκο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, «για να μεταφέρει το μήνυμα», όπως λέει η ίδια και όπως μεταφράζεται άλλωστε στα γερμανικά ο τίτλος της. Η Μπάρμπαρα Χέντρικς (Barbara Hendricks) θα μπορούσε να μείνει στις δάφνες της λαμπερής κι αισθαντικής της φωνής, ως διεθνούς φήμης σοπράνο, περιχαρακωμένη με την άνεση των βαρύτερων μουσικών σκηνών του πλανήτη. Όμως, όχι.
Επιλέγει να είναι στις εστίες του ανθρώπινου πόνου, ως η μακροβιότερη επίτιμη πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNHCR και μοναδική στον κόσμο που φέρει ισοβίως αυτόν τον τίτλο. Στην περίπτωσή της, είναι μια φωτισμένη γυναίκα από τη δοτικότητα και το πνεύμα αλληλεγγύης, με απλότητα και καταδεκτικότητα, που η ίδια τροφοδοτεί με σημασία και νόημα αυτόν τον τίτλο. Όταν της είπα ότι στις αρχαίες τραγωδίες σκοτώνουν τον αγγελιοφόρο των δυσοίωνων ειδήσεων, μου απάντησε: «Ναι, μα δεν μπορούν να σκοτώσουν την αλήθεια». Σε κοιτάει στα μάτια και σε γεμίζει με σπίθες μαχητικότητας κι αγάπης. Το ίδιο βλέμμα έχει συναντήσει τόσους ανθρώπους που ζουν στην απόγνωση της προσφυγιάς και της αβεβαιότητας· είναι ποτισμένο με την αλήθεια της παραμικρής ιστορίας των ανθρώπων που της εμπιστεύτηκαν την ανάγκη τους. Και γι’ αυτούς μιλάει.
Είχε επιστρέψει από τα Διαβατά Θεσσαλονίκης, όταν τη βρήκα στο ξενοδοχείο της. Από τον ρόλο της μεγάλης ντίβας του τραγουδιού, κρατούσε μόνο τη φινέτσα και την αρχοντιά του ανθρώπου που εκπληρώνει τον σκοπό του σε αυτή τη ζωή με ειλικρίνεια και ευθύτητα. Είχε συναντήσει πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ, ασυνόδευτα ανήλικα παιδιά, ανθρώπους που περιμένουν να μετεγκατασταθούν κάπου αλλού στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Μεταφέρει τις τραυματικές εμπειρίες των παιδιών, τις τραγικές ιστορίες των οικογενειών που χωρίστηκαν, τις απροσπέλαστες δυσκολίες τους, μα κυρίως την ελπίδα τους. Άνθρωποι που έφυγαν για να γλιτώσουν τη ζωή τους από την καταστροφή και τον πόλεμο. Η Χέντρικς μιλάει με αγωνία κι έγνοια γι’ αυτούς, θυμάται τα ονόματά τους και μου περιγράφει την περιπέτεια μιας από τις χωρισμένες από τις δραματικές συνθήκες οικογένειας: πώς τα παιδιά –αν και με ουλές και σημάδια από τους βομβαρδισμούς– ήταν τόσο όμορφα, γεμάτα με ελπίδα, δύο από τους πιο εμπνευστικούς ανθρώπους που είδε, με το φως της ζωής να μην έχει σβήσει μέσα τους, με τον ενθουσιασμό για την επιβίωση να καίει.
Τη ρώτησα πώς διαχειρίζεται μέσα της όλες αυτές τις ιστορίες. «Κάπου ανάμεσα στη ματαιότητα, στον θυμό, στην έμπνευση. Παίρνω πολλή δύναμη από τους πρόσφυγες. Ιδίως από τις γυναίκες, που είναι και οι πιο ευάλωτες σε αυτή την κατάσταση. Συνήθως έχουν υπό την προστασία τους παιδιά και ηλικιωμένους, συγγενείς. Είναι τόσο δύσκολο γι’ αυτές. Αλλά βλέπω οι άνθρωποι να υπερβαίνουν τις αντιξοότητες… Είναι τόσο λίγες πόρτες ανοιχτές γι’ αυτούς», μου είπε, αναφέροντας τις προσωπικές μαρτυρίες τόσων ανθρώπων που δεν μπορούν να γυρίσουν πίσω, δεν υπάρχει δρόμος μετεγκατάστασης και βρίσκονται σε ένα μεταίχμιο μετάβασης που δεν ξέρουν τι θα απογίνουν. Βάζει τον εαυτό μας στη θέση τους, σε μισή ώρα από τώρα να τρέξουμε ξαφνικά για να σώσουμε τη ζωή μας, όλοι εμείς με τα καθημερινά μας προβλήματα και τις γκρίνιες, που όμως διαθέτουμε ακόμη το προνόμιο της ζωής σε μια ειρηνική χώρα.
Η λύση στα χέρια των λαών
Ως λύση στο πρόβλημα προκρίνει την πολιτική λύση η ίδια. Τη βούληση οι 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επωμιστούν τον αριθμό προσφύγων που αντέχει η κάθε μία και να βοηθηθούν οι άνθρωποι. Μιλάει για τους πολιτικούς της Γηραιάς Ηπείρου που «έχουν τον νου τους μόνο στις επόμενες εσωτερικές τους εκλογές και όχι στην ευθύνη που έχουν αναλάβει έναντι των λαών τους». Για να υποκινηθεί η πολιτική λύση, όμως, ως μόνο τρόπο βλέπει τη δύναμη της κοινής γνώμης, να το απαιτήσουν οι πολίτες από τους πολιτικούς τους. «Έχουμε τους πολιτικούς που αξίζουμε», τόνισε.
Παραλληλίζει την Ευρώπη με μια οικογένεια και θεωρεί ότι τώρα είναι ώρα να δείξει τι την ενώνει. «Είναι όπως ένας γάμος», λέει, «με τις καλές και τις δύσκολες ημέρες. Δεν μπορείς να είσαι επιλεκτικός. Δεν μπορείς να είσαι μέλος μόνο στις καλές ώρες… Το μέλλον της Ευρώπης είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει θεμελιωθεί πάνω στις αρχές της ειρήνης και της αξιοπρέπειας, του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Χωρίς αυτά το μέλλον μας είναι αβέβαιο».
Η Χέντρικς, με σουηδική υπηκοότητα μετά τον γάμο της, έχει ζήσει και μεγαλώσει στην Αμερική, όπου βίωνε το δικό της απαρτχάιντ, χωρισμένη στα δύο από τον ρατσισμό. Στα σχολεία, στο δρόμο, στα νοσοκομεία. «Εάν είχες ένα αυτοκινητικό ατύχημα και δεν βρισκόσουν κοντά στο νοσοκομείο που ήταν για μαύρους, τότε μπορούσες να πεθάνεις. Γιατί δεν υπήρχε χρόνος να πας στο σωστό νοσοκομείο, δεν σε δέχονταν, ακόμη κι αν το νοσοκομείο για τους λευκούς ήταν απέναντι». Αφηγείται ότι δεν μπορούσες να πιείς νερό από τη δημόσια βρύση, λόγω του χρώματός σου. Πιστεύει στον Θεό, κόρη πάστορα, είχε τα πάνω και τα κάτω της με τους φορείς της θρησκείας, όμως κυρίως πιστεύει στους ανθρώπους και στην πνευματικότητά τους, άλλωστε η ίδια είναι βαθιά κοινωνός της.
Παλεύει για κοινά δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους, μέχρι να πεθάνει, όπως λέει. «Αν δεν έχεις γαλήνη με τη δική σου καρδιά, πού να τη βρεις με τους έξω από σένα; Δεν χρειάζεται να πας σε καταυλισμούς στη Σομαλία και στο Σουδάν για να βοηθήσεις. Είναι πιο απλό. Μπορείς να ξεκινήσεις μέσα από το σπίτι σου, με τον άντρα και τα παιδιά σου, με τους φίλους σου, με τους συναδέλφους σου, με τη γειτονιά σου, για να κάνεις το σωστό… Όλοι είμαστε πολίτες αυτού του κόσμου… Οι διαφορές μας είναι ο πλούτος μας…», σημειώνει η ίδια.
* Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή το Σάββατο 18 Ιουνίου 2016
« Επιστροφή